Όπως η θρεπτική τους αξία, έτσι και η ιστορία των μανιταριών είναι μεγάλη. Στην αρχαία Αίγυπτο δεν επιτρεπόταν σε κοινούς θνητούς να καταναλώνουν μανιτάρια καθώς θεωρούνταν ότι οδηγούν σε αθανασία κι έτσι μόνο οι Φαραώ μπορούσαν να τα απολαμβάνουν. Στην αρχαία Ρώμη πρόσφεραν μανιτάρια στους θεούς, ενώ στη Ρωσία, την Κίνα και το Μεξικό θεωρούσαν ότι η κατανάλωση μανιταριών προσδίδει υπερφυσικές ιδιότητες. Ωστόσο, οι τεχνικές καλλιέργειας αναπτύχθηκαν μόλις το 17ο αιώνα στο Παρίσι.
Οι διαφορετικοί τύποι μανιταριών τα καθιστούν μοναδική τροφή για όλα τα γούστα. Ζουμερά ή ξερά, μεγάλα ή μικρά, ικανοποιούν ακόμα και τον πιο απαιτητικό ουρανίσκο προσφέροντας την ιδιαίτερή τους γεύση και εμπλουτίζοντας γευστικά και οπτικά ένα φαινομενικά απλό πιάτο.
Παρά το ότι ανάλογα με το είδος του μανιταριού η θρεπτική σύσταση μπορεί να διαφέρει, στο σύνολό τους τα μανιτάρια έχουν κάποια κοινά στοιχεία που τα καθιστούν υπερτροφές. Αν και ανήκουν στην ομάδα των λαχανικών είναι στην πραγματικότητα μύκητες. Περισσότερο από το 95% του βάρους τους είναι νερό και έτσι εξηγείται κυρίως η χαμηλή ενεργειακή τους αξία. Τα 2/3 περίπου των θερμίδων προέρχονται από υδατάνθρακες και σχεδόν το υπόλοιπο από πρωτεΐνη. Ενώ προσφέρουν μόλις 44 θερμίδες ανά κούπα μαγειρεμένων μανιταριών, περιέχουν πληθώρα αντιοξειδωτικών συστατικών και ιχνοστοιχείων. Περιέχουν σημαντικές ποσότητες των βιταμινών Β2 και Β3, καλίου, φωσφόρου, σεληνίου και χαλκού. Είναι επίσης μια από τις λίγες διατροφικές πηγές βιταμίνης D. Εκτός λοιπόν από την ιδιότητά τους να ενισχύουν τον μεταβολισμό, θωρακίζουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα και συμβάλουν στην οστική υγεία προσφέροντας σε ικανοποιητικές ποσότητες φώσφορο και βιταμίνη D. Ίσως η πιο διάσημη ιδιότητα των μανιταριών είναι η πρωτεϊνική τους αξία. Συγκεκριμένα είναι πλούσια σε λυσίνη, ένα βασικό αμινοξύ που λείπει από τα δημητριακά. Έτσι συνδυάζοντας το ρύζι ή τα μακαρόνια με μανιτάρια έχουμε ένα πιάτο με μεγάλη πρωτεϊνική αξία.
Πηγή βιταμινών Β2 και Β3, χαλκού και σεληνίου